Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μεταγενέστεροι συγγραφεῖς

См. также в других словарях:

  • ενυάλιος — Αρχαία πολεμική θεότητα. Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν Ε. ήταν απλώς προσωνύμιο του Άρη, όπως απαντά στον Όμηρο, ή θεότητα, η οποία, τουλάχιστον αρχικά, ήταν αυτοτελής. Οι μεταγενέστεροι συγγραφείς τον θεωρούν γιο του Άρη και της Ενυούς ή του Κρόνου… …   Dictionary of Greek

  • επιχρύσωση — Τεχνική της επικάλυψης διαφόρων αντικειμένων από μέταλλο, ξύλο, πηλό κ.ά. με χρυσό. Η ε. πραγματοποιείται με ποικίλες μεθόδους· με χρυσό σε φύλλα, σε πλάκες, σε αμάλγαμα, σε ρινίσματα, με θέρμανση ή χωρίς θέρμανση, με μηχανικά ή χημικά μέσα,… …   Dictionary of Greek

  • Κασσάνδρα — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 23 Ιουλίου 1871. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 11,1 και σε απόσταση μίας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 8,26. Διεθνώς ονομάζεται Kassandra 114. II… …   Dictionary of Greek

  • Μακάρων, Νησιά των- — Μυθολογικό τοπωνύμιο. Επρόκειτο για νησιά στην ύπαρξη των οποίων πίστευαν οι αρχαίοι, οι οποίοι τα τοποθετούσαν κοντά στη Λέσβο. Όπως πίστευαν, σε αυτά πήγαιναν οι ψυχές των ηρώων. Για τα νησιά αυτά ο Όμηρος δεν αναφέρει τίποτα, ο Πίνδαρος τα… …   Dictionary of Greek

  • Σαρπηδών — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Κατά τον Όμηρο, γιος του Δία και της Λαοδάμειας και εγγονός του Βελλερεφόντη. Όπως και ο ξάδελφος του Γλαύκος, ήταν κι αυτός πρίγκιπας των Λυκίων και σύμμαχος του Πρίαμου. Μαζί με το Γλαύκο, ήταν ο… …   Dictionary of Greek

  • Τερέντιος Μάρκος Βάρων Ρεατίνος — (Marcus Terentius Varro Reatinus). Oνομαζόταν Pεατίνος, γιατί καταγόταν από το Pεάτιο της περιοχής της Σαβίνης. Yπήρξε ένας από τους περισσότερο μορφωμένους Pωμαίους, καταγόταν από παλαιά οικογένεια συγκλητικών, και είχε γεννηθεί το 116 π.Χ. Ο… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • ανθολογία — Συλλογή κειμένων που αποβλέπει να κάνει γνωστά ποιήματα ή αποσπάσματα πεζογραφημάτων, τα οποία επιλέγονται μέσα από το έργο συγγραφέων αναγνωρισμένης αξίας. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται συνήθως στη λογοτεχνία, μπορεί όμως να σημαίνει και μουσικές …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»